- σταφυλοσάκχαρο
- Άλλη ονομασία της γλυκόζης.
* * *το, Νχημ. η γλυκόζη.[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφυλή + σάκχαρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1880 στον Γ. Α. Κρίνο].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
δυναμοφόρος — ο λέγεται για τροφές όπως το σταφυλοσάκχαρο ή η γλυκόζη, τών οποίων η ενέργεια χρησιμοποιείται εκλεκτικά στη μυϊκή εργασία … Dictionary of Greek
σάκχαρα ή υδατάνθρακες — Οργανικές ενώσεις, πολυυδροξυλιωμένα παράγωγα, τα οποία περιέχουν στο μόριό τους αλδεϋδικές ή κετονικές ομάδες, ή άλλες ουσίες πιο πολύπλοκες, από τις οποίες προκύπτουν οι ενώσεις αυτές μετά την υδρόλυση. Το όνομα σ. δόθηκε πριν ένα αιώνα σε… … Dictionary of Greek